επιχειροτονώ

επιχειροτονώ
ἐπιχειροτονῶ, -έω (Α)
1. επικυρώνω άποψη, πρόταση κ.λπ. με ανάταση τής χειρός
2. επικυρώνω,
επιβεβαιώνω την εκλογή ή την παραμονή άρχοντος στην εξουσία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + χειρο-τονώ].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • επιχειροτονία — ἐπιχειροτονία, ἡ (Α) [επιχειροτονώ] 1. ψηφοφορία με ανάταση τής χειρός 2. επικύρωση τής εξουσίας τών αρχόντων με ψηφοφορία 3. φρ. «ἐπιχειροτονία τῶν νόμων» επικύρωση υπαρχόντων νόμων …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”